- μετεωροθήρας
- μετεωροθήρας και μετεωρόθηρος, ὁ (Α)1. (για το γεράκι) αυτός που θηρεύει ψηλά στον αέρα2. μτφ. (για φιλοσόφους) αυτός που κυνηγά υψηλές ιδέες.[ΕΤΥΜΟΛ. < μετέωρος + -θήρας (< θήρα «κυνήγι»), πρβλ. ορνιθο-θήρας, χρυσο-θήρας].
Dictionary of Greek. 2013.